Μετρητής

Τρίτη, Μαΐου 12, 2009

Ο Μάγαρης της οικολογίας

Ήταν απ’ τους πρώτους που γνώρισε ο άλλος όταν έφτασε στην πόλη . Δάσκαλος ήταν ο Μάγαρης κι επιπλέον ανήκε και στο «χώρο» .

Κανένας ποτέ δεν έμαθε ποιος ήταν ο περιβόητος χώρος . Ίσως ήταν κάτι σαν την κολυμβήθρα του Σιλωάμ , όποιος έμπαινε μέσα κέρδιζε τη μελλοντική του πολιτική ανέλιξη . Απαραίτητη προϋπόθεση , για να μπεις στο «χώρο» , ήταν να δηλώνεις αριστερός .

Σ’ αυτό το χώρο συναντήθηκε με τον άλλο . Συνοδοιπόρησαν πολιτικά για πολλά χρόνια , κάνανε παρέα , κάποια στιγμή ο Άλλος πίστεψε ότι έγιναν και φίλοι . Ο Άλλος δεν είχε βεβαιωθεί απόλυτα ακόμα ότι ποτέ ένας καρμίρης δε γίνεται φίλος , ότι μόνο σαν τη βδέλλα κολλάει πάνω σου .

Κάποια χρονιά ξεκίνησαν να χτίζουν και οι δυο το σπίτι τους . Ο Μάγαρης το μέλαθρόν του , ο άλλος πάσκιζε με τα μπράτσα του να μεγαλώσει τις δυο καμαρούλες που του άφησε η γιαγιά του όταν πέθανε . Και οι δυο τους ζορίζονταν οικονομικά , όμως ο Μάγαρης ήταν αυτός που κλαιγόταν .

Έφτασε καλοκαίρι . Ο Άλλος πήρε τα τσαντίρια του , τη γυναίκα του και το γιο του , νοίκιασε και μια βάρκα στην Αλόννησο και φύγανε για διακοπές στο ερημονήσι τους . Ο Μάγαρης ήταν θλιμμένος .

- Δε μπορούμε να πάμε διακοπές φέτος , έλεγε . Δεν περισσεύουν λεφτά για τέτοιες πολυτέλειες .

Τον λυπήθηκε ο Άλλος , φίλο του τον ένιωθε μέχρι τότε και τον κάλεσε να κάνουν μαζί διακοπές .

- Δε θα ξοδέψεις τίποτε σχεδόν εκεί πέρα , είπε . Άλλωστε τόσα χρόνια σας παρακαλώ να πάμε μαζί στο Νησί .

Δε χρειάστηκε να επιμείνει στην πρόσκλησή του . Αποδέχτηκε πρόθυμα ο Μάγαρης . Χάρηκε κι ο Άλλος που επιτέλους οι «φίλοι» θα περνούσαν τις διακοπές μαζί . Κυρίως τη συντροφιά της γυναίκας του επιζητούσε , που τη θεωρούσε καρδιακή Φίλη του μέχρι τότε . Το Μάγαρη τον είχε ήδη ψυχολογήσει . Οι αποδείξεις του έλειπαν μόνο …

Πήγε στο νησί με τη γυναίκα του ο Μάγαρης και κάθισαν καμιά εικοσαριά μέρες . Όλα σχεδόν ήταν πληρωμένα . Ψάρι άφθονο είχε ο ήρεμος κόλπος για να ταΐσει όλη την παρέα που βρέθηκε στο Νησί .

Μια μέρα , που ο Άλλος ψάρευε με το ψαροντούφεκο , οι υπόλοιποι πήγαν για τσαπαρί . Ήταν ο Βλάσης , η Μελίνα , η Καίτη κι ο Αποστόλης . Πήγαν για ψάρεμα με τη βάρκα και κει επάνω ο Μάγαρης τους αμόλησε το μυστικό :

- Δε θα ’ρχόμουν , είπε στους άλλους . Όμως αυτό το καλοκαίρι είχαμε οικονομικό πρόβλημα .

Ο Βλάσης τον άκουσε εμβρόντητος . Μετά από δυο μέρες , μόλις έφυγε ο Μάγαρης , είπε στον Άλλο «το και το» .

Έμεινε κάγκελο ο Άλλος . Οι αποδείξεις των ψυχολογικών του ενοράσεων έπαιρναν σάρκα και οστά πλέον …

Όταν γυρίσανε στην πόλη , βρεθήκανε στο σπίτι του Άλλου . Τον άρπαξε απ’ τα μούτρα μπροστά στη γυναίκα του και τον αδελφό της . Δεν είχε τίποτε να απαντήσει ο καρμίρης .

Ο κουνιάδος του προσπάθησε να μπαλώσει λίγο τα πράγματα . Τι να έκανε ; Άντρας της αδελφής του ήταν .

Ο Άλλος έφυγε τον ίδιο χειμώνα μαζί με τη γυναίκα του και το γιο τους για το Νησί . Πήγαν για να γλιτώσουν από κάτι τέτοιους μίζερους που τους είχαν καβαλήσει . Κουβαλούσε η γυναίκα του και το δεύτερο παιδί τους στη κοιλιά της . Ήταν υποχρεωμένη να έρχεται στην πόλη κάθε μήνα για να την παρακολουθεί ο γιατρός της .

Ο Μάγαρης ήταν άψογος πια . Την περίμενε έξω απ’ το δελφίνι και την πήγαινε στο σπίτι της … για να μαγειρέψει και να φάνε όλοι τους . Η γκαστρωμένη Δώρα γλίτωνε μ’ αυτό τον τρόπο τις πολλές μετακινήσεις . Πού να τρέχει στο σπίτι τους να τρώει και να γυρίζει πίσω στο μισοτελειωμένο γιαπί …;

Ο Άλλος γύρισε μετά από ένα χρόνο απ’ το Νησί …

Έπεσε πάνω στο γιαπί να το τελειώσει . Έφταναν Χριστούγεννα και το σπίτι δεν ήταν έτοιμο ακόμα . Ούτε στο σπίτι του Μάγαρη είχαν τελειώσει οι εργασίες .

- Τι θα κάνετε την παραμονή ; ρώτησε ο Μάγαρης .

- Θα πάμε στο Μήτσο , απάντησε ο Άλλος . Το δικό μας σπίτι δε μπορεί να φιλοξενήσει κόσμο .

- Εμείς δεν έχουμε πού να πάμε .

Τόσα χρόνια δεν είχε βρει άλλο αποκούμπι , ο τρισάθλιος .

Ο Άλλος τους συμπόνεσε για άλλη μια φορά , για τελευταία φορά . Τους κάλεσε να έρθουν μαζί τους στο Μήτσο . Είχε το θάρρος να καλέσει όποιον ήθελε στο σπίτι του φίλου .

Πάλι ο Μάγαρης δέχτηκε πρόθυμα την πρόσκληση . Δεν είχε κανένα πρόβλημα , γιατί το Μήτσο τον συναντούσε καθημερινά στο σπίτι του Άλλου .

Πήγαν και οι δυο οικογένειες και κάνανε το ρεβεγιόν τους στο Μήτσο . Ο Άλλος ένιωθε οικοδεσπότης , έσφαξε και μαγείρεψε τον κόκορά του , πήρε και τα κρασιά του . Ο φουκαράς ο Μάγαρης ήταν ξένος , είχε και το σπίτι που έχτιζε κι έτσι ήρθε με άδεια χέρια .

Όχι με άδεια , έφερε κι ένα μπουκάλι κρασί , που του είχαν φέρει δώρο πριν πέντε χρόνια . Είχε παλιώσει το κρασί …

Πέρασαν μήνες . Το Μάη ο Μάγαρης μετακόμισε στο καινούριο του σπίτι , λίγες μέρες πριν τη γιορτή του . Ο Άλλος , μαζί με το Μήτσο, αποφάσισαν να πάνε σπίτι του ανήμερα του Αγίου Κωνσταντίνου . Πήραν και δώρα εορταστικά , πήραν και για τα καλορίζικα του σπιτιού κι έφτασαν . Τους υποδέχτηκαν με χαρά , τους κέρασαν και γλυκό και ποτό , έτσι όπως συνηθίζεται σ’ όλα τα καθωσπρέπει σπίτια . Τους ξενάγησαν και στο μέλαθρον , που κόστισε άπειρα φράγκα .

Η ώρα περνούσε και οι φιλοξενούμενοι δεν έφευγαν . Ο Μάγαρης καθόταν σ’ αναμμένα κάρβουνα εξαιτίας της αρμένικης βίζιτας . Είχαν και παιδιά οι μουσαφίρηδες .

Τα παιδιά έχουν μια φοβερή όρεξη για μακαρόνια . Το μυαλό του Μάγαρη άστραψε ξαφνικά .

- Δε μαγειρεύεις μια μακαρονάδα , είπε στη γυναίκα του . Κάνε και καμιά σάλτσα .

- Δεν έχουμε κεφαλοτύρι , απάντησε εκείνη .

- Έχουμε φέτα , την αντίκοψε ο Μάγαρης .

Οι μουσαφιραίοι καταδέχτηκαν κι έφαγαν το πλούσιο δείπνο . Ήταν ευγενικοί και δε σηκώθηκαν να φύγουν .

Είχαν μάθει ότι εκείνη τη μέρα απεργούσαν όλες οι πιτσαρίες και τα ψητοπωλεία της πόλης κι έτσι δεν έφτυσαν τον οικοδεσπότη .

Από κείνη τη βραδιά ο Άλλος άρχισε να θυμώνει και να προσέχει τους καρμίρηδες . Καρμίρηδες στην καρδιά , καρμίρηδες και στην τσέπη , έλεγε .

Βρέθηκε άλλη αφορμή για να απαλλαγεί απ’ τη μιζέρια του Μάγαρη ο Άλλος . Χώρισαν πολιτικά κι έτσι γλίτωσε . Όμως παρακολουθούσε την πορεία της καρμιριάς του.

Του άρεσαν τα κεράσια του Μάγαρη , αλλά τα κεράσια είναι ακριβά . Όταν αγόραζε , πήγαινε στο σχολείο με ένα σακουλάκι γεμάτο και ήξερε τον τρόπο να γλιτώσει τα κεράσια του απ’ τους άλλους καρμίρηδες . Έβγαζε ιεροτελεστικά ένα κεράσι απ’ το σακουλάκι , το έτρωγε με επιδεικτική απόλαυση και εξίσου επιδεικτικά έφτυνε το κουκούτσι μέσα στο ίδιο σακούλι .

- Το κάνω επίτηδες , έλεγε ο ανεγκέφαλος , για να μη μου τα φάτε !

Δεν πίστευαν στα μάτια τους οι άλλοι , όμως ο Μάγαρης δε χαμπάριζε από τέτοια . Είχε προ οφθαλμών ένα στόχο υψηλό: τη μεγιστοποίηση της περιουσίας του .

Αγόραζε γαίες , αγόραζε ακίνητα , πάτσιαζε χρήμα για τα γεράματά του .

Έγινε και οικολόγος . Αυτόνομος . Δεν τον χωρούσε καμιά κίνηση και καμιά ομάδα . Έγινε και βιοκαλλιεργητής …

Είχε και δεν είχε εκατό τετραγωνικά μέτρα κήπο στο σπίτι του και τον αξιοποίησε στο έπακρο . Καλλιεργούσε λαχανόκηπο , είχε και δέκα κότες . Φίλους δεν απόκτησε ποτέ .

Όταν μια φορά του περίσσεψε ενάμισι κιλό σπανάκι το πήγε σε μια οικολογική αγορά που λειτουργούσε στην πόλη και το αντάλλαξε με δυο ρολά κωλόχαρτο .

Μια άλλη μέρα πήγε εφτά αυγά στην αγορά . Πήγαινε συχνά εκεί το περίσσευμά του κι έτσι ο μαγαζάτορας ήξερε πόσα χρήματα θα του έδινε . Μόλις τα πήρε στα χέρια του κοίταξε το μαγαζάτορα και του είπε :

- Μου χρωστάς ακόμα είκοσι δραχμές .

- Γιατί , έκανε έκπληκτος ο άλλος .

- Το ένα αυγό είναι δίκροκο .

- Πού το ξέρεις , ρώτησε ο μαγαζάτορας .

- Δεν ξέρω τις κότες μου ; έκρωξε ο Μάγαρης .

Ο Μάγαρης ήξερε τα πάντα , ακόμα και τι έβγαζε απ’ τον κώλο της η κότα .

Τα γονίδια που κουβαλούσε τον βοηθούσαν να κερδίζει κι απ’ τον κώλο της κότας .

Κέρδιζε από παντού . Καθημερινά αυτός και η γυναίκα του κλαίγονταν πως δεν τη βγάζουν οικονομικά , όμως κάθε λίγο οι Άλλοι μάθαιναν για βαρύτιμες αγορές ακινήτων .

Δε ζήλευαν οι Άλλοι για τις αγορές αυτές .

Απλά λυπόντουσαν που τον βοηθούσαν , χρόνια ολόκληρα , για να μαζέψει αυτό το βιος .

Υ.Γ.

Το διήγημα αυτό γράφηκε πριν εφτά χρόνια

και δημοσιεύτηκε σ’ ένα βιβλιαράκι μου

με τίτλο «Καρμίρηδες».

Χιλιάδες διάβασαν το βιβλιαράκι,

όμως εγώ μόνο ογδόντα πούλησα…

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Δεν είσαι ο και ο μόνος. Ευτυχώς. Γιατί τις ιδέες μας δε τις πουλάμε. Σου διέφυγε αυτό!

Μάκης Μίχος είπε...

Επειδή, αγράμματε, κάποιοι σαν κι εσάς δεν έχετε ιδεολογία κι αυτό δε μου διαφεύγει, σου συστήνω να την αποκτήσεις πρώτα.
Ξέρω όμως πως θα την πουλήσεις, ανώνυμε ρουφιάνε.
Το πιο εύκολο πράγμα είναι η πώληση ιδεολογιών στις μέρες μας...

Ανώνυμος είπε...

Ενώ εσείς δεν τις πουλάτε τις ιδεολογίες, τις αγοράζετε. Αχ, τι δύσκολη αγορά...

Μάκης Μίχος είπε...

Επειδή η ανώνυμη ξενική ηλιθιότητα έχει ξεπεράσει κάθε όριο, δηλώνω πως από δω και πέρα θα κατευθύνεται στον κάδο ανακύκλωσης άμεσα...