Μετρητής

Τρίτη, Ιανουαρίου 12, 2010

Προς τους εμπρηστές και εμπρησθέντες του Αγίου Λαυρεντίου

…Πέρασαν χρόνια και το χωριό συνέχισε να ζει με το αρχέγονο γονίδιό του. Ήταν ο πιο προσφιλής τρόπος των φουκαράδων για επιβίωση. Αυτόν ακολουθούσαν από πάππου προς πάππο και τους είχε φανεί ότι ήταν ο ορθότερος. Ήταν ο νόμος της άγριας ζούγκλας, αυτόν που προσπαθούσαν να εξορκίσουν οι φιλόσοφοι ανά τους αιώνες.
Το χωριό αποδεχόταν κάθε κατακτητή με τη γενετήσια πονηριά του. Τον αγκάλιαζε σφιχτά μέχρι να έρθει ο επόμενος.
Μόνο τις φιλικές εισβολές απέκρουε, τις φοβόταν περισσότερο κι απ’ τον κατακτητή. Ήξερε το χωριό πως ο κατακτητής είναι εφήμερος, ο εισβολέας μπορεί να γίνει ισόβιος. Η πανάρχαιη τάξη του χωριού θα διασαλεύονταν από τις συνήθειες και τα πολιτισμικά πρότυπα που κουβαλούσε αυτός μαζί του. Τα ξένα πρότυπα, του κατακτητή, δεν τα φοβόταν.
Τους απομόνωνε τους εισβολείς το χωριό, τους βάφτιζε «ξένους» και μόνο αν είχε συμφέρον απ’ αυτούς τους πλησίαζε. Πολλοί ήταν οι ξένοι που ήρθαν να μείνουν στα χώματά του, όχι για να χτίσουν τα εξοχικά τους και να γεύονται τις καλοκαιρινές του δροσιές. Ήρθαν για διάφορους λόγους ο καθένας και το χωριό γέμιζε τα κενά του.
Έπρεπε να στήσεις κώλο για να γίνεις αποδεκτός στο χωριό, αλλά και τότε δε γλίτωνες. Πούστη θα σε κράζανε, παρόλο που αυτοί ήταν που σε οδήγησαν στην ομοφυλοφιλία. Αρσενικοί ήταν όλοι στο χωριό, το ξένο κρέας θέλανε να το καταβροχθίσουν με κάθε τρόπο.
Το καταβρόχθιζαν. Μόνο στην αρχή δείχνανε καλοκάγαθοι, μέχρι να σου πουλήσουν ένα κομμάτι γης τους. Δεν ένιωθαν καλά που πουλούσαν τη γη τους, όμως η παλιά πηλιορείτικη περηφάνια θα υποτασσόταν στη Χρεία. Αυτή η αναγκαστική εκπόρνευση της γης τους δεν τους καθόταν καλά. Εκπόρνευαν τη γη τους, αλλά ήθελαν να είναι και οι νταβατζήδες και της γης τους και των νέων ιδιοκτητών. Όσοι συμβιβάζονταν με το νταβατζιλίκι των ντόπιων κυκλοφορούσαν στο χωριό αγέρωχα, χωρίς να έχουν πολλές παρτίδες μ’ αυτούς. Δεν ήρθαν άλλωστε να γίνουν ένα με το χωριό, την αγρανάπαυσή τους γύρευαν εκεί. Τους χωριάτες τους έβλεπαν χωριάτες.
Δεν είχαν καταλάβει όμως οι χωριάτες πως τους Άλλους έπρεπε ν’ αγκαλιάσουν.

Ήταν σοφοί οι κάτοικοι του χωριού, ήξεραν πως δεν κινδύνευαν από τους καλοκαιρινούς ξένους. Από τους Άλλους ξένους είχαν μέσα τους το φόβο πως κινδύνευαν.
Δεν είχαν καταλάβει πως αυτοί οι Άλλοι ξένοι θα μπορούσαν να αντισταθούν στην αλλοτρίωσή τους απ’ τους τωρινούς και τους μελλοντικούς επιβήτορες.
Τον ήθελε τον επιβήτορα το χωριό, αλλά τον ήθελε με τον ίδιο τρόπο που τον αποζητούσαν και οι Εβραίοι πριν δυο χιλιάδες χρόνια.
Βαραββά αποζητούσε κι όχι Ιησού.
Τον Ιησού θα τον σταύρωναν, όπως και οι Εβραίοι.

Υ.Γ.
Είναι ένα μικρό απόσπασμα από κάποιο βιβλίο μου.
Δεν εκδόθηκε το βιβλίο εξαιτίας του «εμπρηστικού φόβου».
Ο νοών νοείτω…