Μετρητής

Πέμπτη, Μαρτίου 11, 2010

Υστερολογία στο προηγούμενο


Το προηγούμενο κείμενο,

για τους Φιλιππινέζους ναυτικούς,

έφτασε στα χέρια μου από κάποιον αποστολέα,

που το όνομά του με γύρισε πίσω τριανταεφτά χρόνια.

Δεν έπεσα έξω.


Μέσα από μια σύντομη ανταλλαγή μηνυμάτων

αποδείχτηκε πως ήταν ο παλιός μου γνώριμος.

Στον καιρό της χούντας.


Ξέθαψα αμέσως κάτι απ’ το Μιχιστόρημά μου

και του αφιερώνω δυο-τρεις σελίδες.


------------------------------------------------------------------


…Γενάρης του 73 ήταν.

Έφτασα στον Άραξο με δυο πιθαμές μαλλί.

Οι φίλοι μου έλεγαν να το κόψω για να μην έχω προβλήματα.

Δεν άκουσα κανένα τους.

Μπήκα στο στρατόπεδο με καρδιά σφιγμένη από τα πριν

για τους εικοσιοχτώ μήνες της ζωής μου

που θα χαράμιζα στην αεροπορία.

Δε μπορούσα να φανταστώ ότι η θητεία αυτή

θα κρατούσε τελικά τριανταδυό μήνες,

ούτε ότι τη χρονιά εκείνη θα συνέβαιναν

τόσο ραγδαία πολιτικά γεγονότα …


Μόλις μπήκα στο στρατόπεδο

μ’ άρπαξαν απ’ τα μούτρα δυο μικρογαλονάδες.

«Ρε πουστάρα, σε λίγο που θα ντυθείς θα τα πούμε.

Αεροπορικό ξέσκισμα δεν έχεις δοκιμάσει».

Είχα κάποιο σχέδιο στο μυαλό μου,

αλλά για μια στιγμή κιότεψα.

Φοβήθηκα μήπως είναι πιο έξυπνοι

απ’ τα άλλα ομοειδή τέρατα που επάνδρωναν

όλες αυτές τις κατώτερες βαθμίδες του στρατεύματος κάθε εποχή.

Ήξερα ότι ακόμα δε μπορούσαν να μ’ έχουν στο χέρι τους.


Μας έστειλαν στον κουρέα.

Ο φουκαράς ο σμηνίτης,

που έκανε τη θητεία του λουφάροντας στο κουρείο,

σαλτάρισε μόλις με είδε να μπαίνω.

Πήρε στα χέρια του τα πιο ατρόχιστα σύνεργα

της «επιστήμης» του και μ’ έγδαρε κανονικά,

βρίζοντας για την τύχη που του έλαχε.

Όταν τέλειωσε και κοιτάχθηκα στο μοναδικό καθρέφτη

που υπήρχε μέσα στο κουρείο,

ανατρίχιασα σ’ όλο μου το κορμί.

Είχα ξεχάσει το μικρό έφηβο με το κεφάλι γουλί.

Είδα τα παλιά σημάδια απ’ τις πετριές πάνω στο κρανίο.

Είδα έναν άγνωστο μες τον καθρέφτη

να με κοιτάει με τρομαγμένο βλέμμα.

Κανένας απ’ τους δυο μικρογαλονάδες δεν είχε σκεφτεί

να με ακολουθήσει στο κουρείο και να παρακολουθήσει τη μεταμόρφωση.

Το φτωχό μυαλό τους δεν ήταν δυνατό να την προφητέψει.


Έφυγα γρήγορα απ’ το κουρείο

και πήγα μαζί με άλλους στον ιματισμό.

Μας έδωσαν τη στολή και τις αρβύλες και σκελέες

και μας διέταξαν να πάμε να ντυθούμε.

Με φωνές μας έβγαλαν έξω και μας έβαλαν στη γραμμή.

Τα δυο «σαΐνια» έψαχναν στην αρχή

με το σερλοκχολμικό μάτι τους να με εντοπίσουν.

Πού τέτοιο πράγμα.

Ούτε η αδερφή μου η ίδια,

παρόλο που η εφηβική μου εικόνα της ήταν οικεία,

δεν κατάφερε να με αναγνωρίσει μετά από μια βδομάδα

που ήρθε μαζί με τη Γεωργία στον Άραξο.

Και οι δυο τους κόντεψαν να λιποθυμήσουν

μόλις διαπίστωσαν ότι το φρικαλέο αυτό τέρας,

που βρίσκονταν μπροστά τους, ήμουν εγώ.


Τα σαΐνια είδαν κι απόειδαν ότι δεν είναι δυνατό

να εντοπίσουν τον «αυθάδη» από μόνοι τους

κι άρχισαν να ουρλιάζουν ξανά.

- Πού είναι, ρε, εκείνος ο πούστης ο μαλλιάς;

- Να βγει έξω απ’ τη γραμμή αμέσως.

Επιστράτευσα όλη την υποκριτική μου τέχνη για να δείξω αδιάφορος.

Μου ερχόταν να βάλω τα γέλια μπρος στη λύσσα

που είχε αδράξει τα δυο ζωντόβολα.

Το σχέδιό μου είχε πετύχει απόλυτα.

Σ’ αυτή τη μεταμόρφωση ποντάριζα από τα πριν.

Πρόθεση αντιστασιακής ενέργειας δεν υπήρξε.

Μόνο δυο τελειόφοιτοι της Νομικής με είχαν γνωρίσει,

αλλά δε με κάρφωσαν.

Μου το εκμυστηρεύτηκαν μετά από δυο μέρες.

Και οι ίδιοι είχαν μαλλιά, αλλά τα έκοψαν πριν παρουσιαστούν.

Ήμουν στον Άραξο ακόμα,

όταν έγινε το Φλεβάρη του ’73 η εξέγερση της Νομικής.

Μας έφεραν κάνα δυο φοιτητές,

στους οποίους η χούντα διέκοψε την αναβολή στράτευσης.

Είχα χάσει την πρώτη ευκαιρία της ζωής μου

να ανακηρυχθώ αντιστασιακός

και να καρπωθώ αργότερα αυτά

που θα καρπωνόταν η γενιά του Πολυτεχνείου.

Είκοσι μέρες νωρίτερα αν γινόταν η εξέγερση

θα ήμουν στην πρώτη γραμμή.

Ούτε η Μπουμπουλίνας, ούτε η απόλυση της Γεωργίας

μου είχαν αλλάξει τα μυαλά.


Προσπάθησα να πλησιάσω με τρόπο τους δυο «καινούριους»

και να μάθω με λεπτομέρειες κι από πρώτο χέρι

τι γινόταν εκεί πέρα στην Αθήνα.

Ο Μπαλαούρας και ο άλλος δεν άνοιξαν το στόμα τους.

Δεν έδειχναν φοβισμένοι,

μερικές φορές μάλιστα διέκρινες πάνω τους

μια δικαιολογημένη ηρωική έπαρση.

Δεν είναι απίθανο να με θεώρησαν και βαλτό απ’ τους καραβανάδες.


Τα νέα αυτά παιδιά δεν είχαν καμιά σχέση πια

με τη δική μας φοιτητογενιά,

κρατούσαν τη σκέψη τους κρυφή

και θα την έδειχναν σε λίγα χρόνια.

Ή μάλλον άνοιγαν από τότε τον πολιτικό τους δρόμο …

Η άθλια γενιά του πολυτεχνείου θα γίνονταν επικυρίαρχη

μόλις θα έπεφτε η χούντα.


Τα σώσματα της γενιάς του 114 θα περνούσαν στην αφάνεια,

εκτός από κείνους που είχαν ήδη ριχτεί

στην αγκαλιά των τότε παράνομων κομμάτων και κινημάτων.

Εμείς δεν πλησιάσαμε τα κόμματα

και θα μέναμε άστεγοι και κατατρεγμένοι ως σήμερα…


Υ.Γ.

Αφιερώνεται στο Μάκη Μπαλαούρα

το ακατέργαστο αυτό κείμενο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: